Η λέξη "ducho" χρησιμοποιείται ως επίθετο στη γλώσσα Ισπανικά.
Φωνητική μεταγραφή της λέξης "ducho" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου: /ˈdut͡ʃo/
Η λέξη "ducho" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - "καθαρτός" - "καθαρός" (σε ορισμένα συμφραζόμενα)
Η λέξη "ducho" αναφέρεται σε κάτι που είναι καθαρό ή περιορίζεται σε ένα περιβάλλον όπου υπάρχει καθαριότητα. Χρησιμοποιείται κυρίως σε προφορικό λόγο και στην καθημερινή γλώσσα. Εμφανίζεται συχνά σε περιγραφές αξιολογώντας την καθαριότητα ή την κατάσταση ενός αντικειμένου.
Η χρήση της είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο, όπου οι ομιλητές αναφέρονται καθημερινά σε πράγματα που είναι καθαρά ή τελούν σε καλή κατάσταση.
Το σπίτι είναι πολύ καθαρό.
El coche está ducho después de la limpieza.
Το αυτοκίνητο είναι καθαρό μετά τον καθαρισμό.
Es importante tener un ambiente ducho en casa.
Η λέξη "ducho" δεν είναι συνήθως μέρος πολλών ειδικών ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να προσδιορίσει την κατάσταση καθαριότητας.
Ένα καθαρό παιδί πάντα προσέχει τον εαυτό του.
Un café ducho es perfecto para empezar el día.
Ένας καθαρός καφές είναι τέλειος για να ξεκινήσεις την ημέρα.
Los platos deben estar duchos antes de servir.
Η λέξη "ducho" προέρχεται από το ισπανικό ρήμα "duchar", που σημαίνει "να ντους" ή "να πλένω". Ωστόσο, στο πλαίσιο της λέξης, σχετίζεται περισσότερο με την έννοια της καθαρότητας.