Η λέξη "dudoso" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "dudoso" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου είναι /duˈðoso/.
Η λέξη "dudoso" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - αμφίβολος - αβέβαιος - αμφίλεκτος
Η λέξη "dudoso" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι αμφίβολο ή ανασφαλές, δηλαδή κάτι που δεν είναι σίγουρο ή δεν έχει σαφήνεια. Η χρήση της γίνεται συχνά και στους δύο λόγους, προφορικό και γραπτό, αλλά μπορεί να παρατηρηθεί περισσότερη συχνότητα στον γραπτό λόγο.
Η κατάσταση είναι αμφίβολη και χρειάζεται διευκρίνιση.
No estoy seguro de que la decisión sea dudosa.
Η λέξη "dudoso" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις που περιγράφουν καταστάσεις αμφιβολίας ή αβεβαιότητας.
Αυτό το συμβόλαιο είναι μια αμφίβολη υπόθεση που πρέπει να εξετάσουμε.
La duda es dudosa: Η αμφιβολία είναι αμφίβολη.
Μερικές φορές, η αμφιβολία είναι αμφίβολη και πρέπει να δράσουμε με αυτοπεποίθηση.
Una solución dudosa: Μια αμφίβολη λύση.
Βρήκαμε μια αμφίβολη λύση για το πρόβλημα.
Ideas dudosas: Αμφίβολες ιδέες.
Δεν μπορούμε να προχωρήσουμε με αμφίβολες ιδέες.
Opiniones dudosas: Αμφίβολες απόψεις.
Η λέξη "dudoso" προέρχεται από την ισπανική λέξη "duda", η οποία σημαίνει «αμφιβολία» και έχει ρίζες στο λατινικό "dubitare", που επίσης σημαίνει «αμφιβάλλω» ή «διστάζω».