Η φράση "echar una mano" είναι μια ιδιωματική έκφραση και δεν ανήκει σε μια συγκεκριμένη κατηγορία μέρους του λόγου όπως τα ρήματα ή τα ουσιαστικά. Χρησιμοποιείται ως ρήμα στην ομιλία.
Η φωνητική μεταγραφή της φράσης "echar una mano" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: [eˈt͡ʃaɾ ˈuna ˈmano]
Η φράση "echar una mano" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - να δώσουμε μια χείρα βοηθείας - να βοηθήσουμε
Η φράση "echar una mano" σημαίνει να προσφέρεις βοήθεια ή υποστήριξη σε κάποιον άλλον. Είναι μια συνηθισμένη έκφραση που χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στο γραπτό κείμενο. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή, ιδίως σε συνθήκες που απαιτούν συνεργασία ή αλληλεγγύη.
Χρειάζομαι να μου δώσεις μια χείρα βοηθείας με αυτό το έργο.
Siempre que un amigo tiene problemas, estoy ahí para echarle una mano.
Η έκφραση "echar una mano" χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Εδώ είναι μερικές παραδείγματα:
Μην διστάσεις να μου δώσεις μια χείρα βοηθείας αν το χρειαστείς.
Vamos a echar una mano a los vecinos que se mudan.
Ας δώσουμε μια χείρα βοηθείας στους γείτονες που μετακομίζουν.
El equipo siempre echa una mano en situaciones difíciles.
Η ομάδα πάντα προσφέρει βοήθεια σε δύσκολες καταστάσεις.
Cuando se trata de ayudar, todos echan una mano.
Η φράση "echar una mano" προέρχεται από την ισπανική γλώσσα, στην οποία "echar" σημαίνει "να ρίξεις" ή "να προσφέρεις" και "mano" σημαίνει "χέρι". Έτσι, η φράση περιγράφει την πράξη του να "ρίχνεις" τη βοήθειά σου με την έννοια του να χρησιμοποιήσεις τα χέρια σου για να βοηθήσεις.
Συνώνυμα: - Ayudar (να βοηθήσεις) - Asistir (να υποστηρίξεις)
Αντώνυμα: - Ignorar (να αγνοήσεις) - Desatender (να παραμελήσεις)