Το "eclipsar" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή: /e.kliˈsaɾ/
Η λέξη "eclipsar" χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη διαδικασία κατά την οποία ένα ου celestial (όπως ο Ήλιος ή η Σελήνη) καλύπτεται από ένα άλλο, δημιουργώντας έτσι μια "έκλειψη". Χρησιμοποιείται κυρίως σε αστρονομικό πλαίσιο, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί μεταφορικά για να σημαίνει την "κάλυψη" ή την "υποβάθμιση" κάποιου άλλου πράγματος ή αξιοσημείωτης ιδιότητας.
Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή στον γραπτό λόγο, όπως άρθρα για αστρονομία ή επιστημονικά κείμενα, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε προφορικό λόγο, ειδικά σε συζητήσεις που αφορούν το φαινόμενο της έκλειψης.
Η σελήνη μπορεί να εκλείψει τον ήλιο κατά τη διάρκεια μιας ολικής έκλειψης.
El crecimiento de una planta puede eclipsar a otras en el jardín.
Η ανάπτυξη ενός φυτού μπορεί να καλύψει άλλα στον κήπο.
El nuevo descubrimiento eclipsó todos los logros anteriores en la ciencia.
Η λέξη "eclipsar" χρησιμοποιείται και σε ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Εκείνη η σκηνή eclipsó la atención de todos.
"Eclipsar a alguien"
Su talento eclipsa a todos los demás en la banda.
"Eclipsar una verdad"
A veces, las mentiras pueden eclipsar una verdad.
"Eclipsar el protagonismo"
Η λέξη "eclipsar" προέρχεται από το ελληνικό "ekleipsis", που σημαίνει "έκλειψη". Με την πάροδο του χρόνου, το ρήμα εισήλθε στην ισπανική γλώσσα μέσω των λατινικών και άλλων ρομανικών γλωσσών.
Tapar
Αντώνυμα: