edificar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

edificar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "edificar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "edificar" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: [eðifiˈkar].

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "edificar" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - χτίζω - οικοδομώ - θεμελιώνω

Σημασία της λέξης

Το "edificar" χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανικών κυρίως στον τομέα της αρχιτεκτονικής και κατασκευών, αναφερόμενο στη διαδικασία της ανέγερσης ενός κτιρίου ή μιας κατασκευής. Επίσης, μεταφορικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη θεμελίωση ή την ανάπτυξη εννοιών, ιδεών ή αξιών.

Η συχνότητα χρήσης του "edificar" είναι σχετικά υψηλή σε γραπτά κείμενα που σχετίζονται με την αρχιτεκτονική, την πολεοδομία και τη φιλοσοφία. Στον προφορικό λόγο, μπορεί να χρησιμοποιείται λιγότερο συχνά και σε πιο εξειδικευμένα περιβάλλοντα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. "Los arquitectos decidirán cómo edificar el nuevo puente."
  2. "Οι αρχιτέκτονες θα αποφασίσουν πώς θα χτίσουν τη νέα γέφυρα."

  3. "Es importante edificar una base sólida para nuestra relación."

  4. "Είναι σημαντικό να χτίσουμε μια σταθερή βάση για τη σχέση μας."

Ιδωματικές εκφράσεις

Στο Ισπανικά, το "edificar" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να δημιουργήσει εκφράσεις που υποδηλώνουν την ανάπτυξη ή τη σταθεροποίηση.

  1. "Edificar sobre la confianza es clave en cualquier amistad."
  2. "Η οικοδόμηση πάνω στην εμπιστοσύνη είναι το κλειδί σε κάθε φιλία."

  3. "Vamos a edificar sueños juntos."

  4. "Ας χτίσουμε όνειρα μαζί."

  5. "Edificar un futuro mejor requiere esfuerzo y dedicación."

  6. "Η οικοδόμηση ενός καλύτερου μέλλοντος απαιτεί προσπάθεια και αφοσίωση."

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "edificar" προέρχεται από το Λατινικό "aedificare," το οποίο συνδυάζει το "aedificium" (κτίριο) και το "facere" (να κάνω).

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024