Το "edificatorio" είναι επίθετο στην Ισπανική γλώσσα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "edificatorio" είναι /edifiˈkatoɾjo/.
Στα Ελληνικά, η λέξη "edificatorio" μεταφράζεται ως "οικοδομικός" ή "δομητικός".
Η λέξη "edificatorio" χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει κάτι που σχετίζεται με την κατασκευή ή τη δόμηση κτιρίων. Ωστόσο, δεν είναι μια πολύ συχνή λέξη και συνήθως χρησιμοποιείται σε γραπτό περιβάλλον.
Παραδειγματικές προτάσεις: 1. El arquitecto presentó el proyecto edificatorio al ayuntamiento. (Ο αρχιτέκτονας παρουσίασε το οικοδομικό έργο στο δήμο.) 2. La normativa edificatoria en esa zona es muy estricta. (Οι οικοδομικοί κανονισμοί σε αυτήν την περιοχή είναι πολύ αυστηροί.)
Η λέξη "edificatorio" προέρχεται από τα Ισπανικά ρήμα "edificar" που σημαίνει "οικοδομώ" ή "δομώ".