Το "educar" είναι ένα ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "educar" με τη χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /eduˈkar/.
Η λέξη "educar" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - εκπαιδεύω - διδάσκω
Η λέξη "educar" σημαίνει τη διαδικασία διδασκαλίας και εκπαίδευσης ενός ατόμου, συνήθως από γονείς ή δασκάλους. Χρησιμοποιείται συχνά στον εκπαιδευτικό τομέα και αναφέρεται σε προσπάθειες να δώσει κάποιος γνώσεις, αξίες και δεξιότητες σε κάποιον άλλον. Η χρήση της λέξης είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Es importante educar a los niños en valores.
(Είναι σημαντικό να εκπαιδεύουμε τα παιδιά σε αξίες.)
La escuela se dedica a educar a los estudiantes.
(Το σχολείο αφιερώνεται στο να διδάσκει τους μαθητές.)
Nuestros padres nos educaron para ser responsables.
(Οι γονείς μας μας εκπαίδευσαν για να είμαστε υπεύθυνοι.)
Η λέξη "educar" χρησιμοποιείται επίσης σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
Educar en el respeto
(Να εκπαιδεύεις στο σεβασμό)
Συνήθως αναφέρεται στην ανάγκη να διδάσκονται αξίες σεβασμού σε παιδιά και νέους.
No hay educación sin disciplina
(Δεν υπάρχει εκπαίδευση χωρίς πειθαρχία)
Αυτή η έκφραση υπογραμμίζει ότι η πειθαρχία είναι κρίσιμη για την αποτελεσματική εκπαίδευση.
Educar para la vida
(Εκπαιδεύω για τη ζωή)
Αναφέρεται στην εκπαίδευση που στοχεύει στην προετοιμασία του ατόμου για την εκπλήρωση των καθηκόντων της πραγματικής ζωής.
Educar en la diversidad
(Εκπαιδεύω στην ποικιλομορφία)
Αυτή η φράση υποδηλώνει τη σημασία της εκπαίδευσης σε θέματα πολιτισμικής και κοινωνικής ποικιλομορφίας.
Η λέξη "educar" προέρχεται από το λατινικό "educare", που σημαίνει «να οδηγώ» ή «να ανατρέφω».
Συνώνυμα: - Instruir (διδάσκω) - Enseñar (διδάσκω)
Αντώνυμα: - Deseducar (να αποπαιδεύω) - Ignorar (να αγνοώ)
Η λέξη "educar" είναι κεντρική στη διαδικασία ανάπτυξης και διαμόρφωσης των ατόμων και της κοινωνίας στο σύνολό της, τονίζοντας την αξία της γνώσης και της μόρφωσης.