Η λέξη "ejecutiva" είναι ουσιαστικό και επίθετο.
Фωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA): /exekuˈtiva/
Η λέξη "ejecutiva" αναφέρεται σε κάτι που είναι σχετικά με την εκτέλεση, τη διοίκηση ή την καθοδήγηση σε επιχειρηματικά ή οργανωτικά περιβάλλοντα. Συχνά χρησιμοποιείται για να περιγράψει γυναίκες που κατέχουν θέσεις ευθύνης σε εταιρείες ή οργανισμούς. Αν και χρησιμοποιείται σε όλα τα πλαίσια, έχει μια πιο έντονη παρουσία στον γραπτό λόγο, ιδίως σε επαγγελματικά και θηλυκά συμφραζόμενα.
Παραδείγματα προτάσεων:
1. La ejecutiva presentó el nuevo proyecto al consejo.
(Η διευθύντρια παρουσίασε το νέο σχέδιο στο συμβούλιο.)
Η λέξη "ejecutiva" χρησιμοποιείται και σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα, αν και οι ιδιωματικές εκφράσεις που περιλαμβάνουν αυτή τη λέξη δεν είναι ευρέως γνωστές. Ωστόσο, παρακάτω παρατίθενται μερικές χρήσιμες προτάσεις:
Ella tiene una mente ejecutiva que le permite resolver problemas rápidamente.
(Έχει μια εκτελεστική σκέψη που της επιτρέπει να λύνει προβλήματα γρήγορα.)
La ejecutiva del año fue reconocida por su liderazgo excepcional.
(Η εκτελεστική της χρονιάς αναγνωρίστηκε για την εξαιρετική της ηγεσία.)
En su rol como ejecutiva, debe priorizar las tareas más importantes.
(Στον ρόλο της ως διευθύντρια, πρέπει να δίνει προτεραιότητα στα πιο σημαντικά καθήκοντα.)
Es crucial tener una visión ejecutiva en el desarrollo de nuevos negocios.
(Είναι κρίσιμο να έχεις μια εκτελεστική όραση στην ανάπτυξη νέων επιχειρήσεων.)
Η λέξη "ejecutiva" προέρχεται από το ρήμα "ejecutar", το οποίο σημαίνει "να εκτελείς", και η κατάληξη "-iva" υποδηλώνει ιδιότητα ή ικανότητα.
Συνώνυμα: - Directiva (διευθυντική) - Gerente (διαχειριστής)
Αντώνυμα: - Pasiva (παθητική) - Inactiva (ανενεργή)