embargar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

embargar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική μεταγραφή

/emaɾˈɣaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "embargar" σημαίνει γενικά την πράξη της κατάσχεσης ή της δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων, συχνά με νομική διαδικασία. Χρησιμοποιείται κυρίως στον τομέα του δικαίου και των οικονομικών.

Χρήση στη γλώσσα Ισπανικά

Η λέξη "embargar" έχει συχνά νομικές και οικονομικές εφαρμογές και χρησιμοποιείται συχνά σε αυτούς τους τομείς. Είναι πιο συχνή στον γραπτό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El juez decidió embargar los bienes del deudor.
  2. Ο δικαστής αποφάσισε να κατασχέσει τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη.

  3. La familia tuvo que embargar su casa para pagar las deudas.

  4. Η οικογένεια αναγκάστηκε να κατασχέσει το σπίτι της για να πληρώσει τα χρέη.

  5. Es posible embargar las cuentas bancarias si no se cumple con el pago.

  6. Είναι δυνατόν να κατασχεθούν οι τραπεζικοί λογαριασμοί αν δεν πληρωθεί το χρέος.

Ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη "embargar"

  1. Embargar el futuro de alguien.
  2. Καταστρέφω το μέλλον κάποιου.
  3. Αυτή η απόφαση puede embargar su futuro.
  4. Αυτή η απόφαση μπορεί να καταστρέψει το μέλλον του.

  5. Embargar un amor.

  6. Να κατασχέσεις μια αγάπη.
  7. El miedo puede embargar un amor verdadero.
  8. Ο φόβος μπορεί να καταστρέψει μια αληθινή αγάπη.

  9. Embargar la felicidad.

  10. Να κατασχέσεις την ευτυχία.
  11. A veces, los problemas pueden embargar la felicidad de una persona.
  12. Μερικές φορές, τα προβλήματα μπορούν να καταστρέψουν την ευτυχία ενός ατόμου.

  13. No embargar la paz.

  14. Μην καταστρέφεις την ηρεμία.
  15. La ansiedad no debería embargar la paz interior.
  16. Το άγχος δεν θα πρέπει να καταστρέφει την εσωτερική ηρεμία.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "embargar" προέρχεται από τη λατινική λέξη "imbarcare", που σημαίνει "φορτώνω σε ένα πλοίο", προτού εξελιχθεί στη σύγχρονη χρήση της σε νομικές και οικονομικές περιπτώσεις.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - afectar - retener - confiscación

Αντώνυμα: - liberar - devolver - deshacer



22-07-2024