embelesado - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

embelesado (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "embelesado" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

[embeleˈsaðo]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "embelesado" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι βαθιά γοητευμένος ή μαγεμένος από κάτι. Χρησιμοποιείται συχνά για να υποδηλώσει μια έντονη αίσθηση θαυμασμού ή ενθουσιασμού. Υπάρχει μια σταθερή χρήση τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να συναντήσουμε περισσότερες προφορικές εκφράσεις που τη χρησιμοποιούν λόγω της συναισθηματικής της έννοιας.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Él estaba embelesado con la belleza de la naturaleza.
    (Ήταν μαγεμένος από την ομορφιά της φύσης.)

  2. Los niños estaban embelesados escuchando la historia del abuelo.
    (Τα παιδιά ήταν γοητευμένα ακούγοντας την ιστορία του παππού.)

  3. Estuve embelesado por horas viendo esa película.
    (Ήμουν μαγεμένος για ώρες βλέποντας αυτή την ταινία.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "embelesado" δεν είναι ενταγμένη σε πολλές ιδιωματικές φράσεις, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε προτάσεις που εκφράζουν έντεχνα συναισθήματα:

  1. Estar embelesado por alguien.
    (Να είσαι μαγεμένος από κάποιον.)
  2. Ejemplo: Ella está embelesada por su nuevo compañero de trabajo.
    (Εκείνη είναι μαγεμένη από τον νέο της συνεργάτη.)

  3. Quedarse embelesado con una obra de arte.
    (Να μείνεις γοητευμένος από ένα έργο τέχνης.)

  4. Ejemplo: Todos se quedaron embelesados con la pintura del museo.
    (Όλοι μείνανε γοητευμένοι με τον πίνακα του μουσείου.)

  5. Embelesado hasta los huesos.
    (Μαγεμένος μέχρι το μεδούλι.)

  6. Ejemplo: Estoy embelesado hasta los huesos por la música en vivo.
    (Είμαι μαγεμένος μέχρι το μεδούλι από τη ζωντανή μουσική.)

Ετυμολογία

Η λέξη "embelesado" προέρχεται από το ρήμα "embelesar", το οποίο σημαίνει να μαγεύεις ή να γοητεύεις, και αυτό πηγάζει από το λατινικό "inbalizare".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Fascinado (μαγεμένος)
- Cautivado (γοητευμένος)
- Encantado (ευχαριστημένος)

Αντώνυμα:
- Desinteresado (αδιάφορος)
- Indiferente (αδιάφορος)
- Repelido (απεχθάνεται)



23-07-2024