Embistir είναι ρήμα.
[em.βisˈtiɾ]
Η λέξη embestir στα Ισπανικά σημαίνει κυρίως "να χτυπήσει" ή "να επιτεθεί". Χρησιμοποιείται σε συμφραζόμενα που εκφράζουν επιθετικότητα ή δράση, όπως η επιτυχία σε έναν αγώνα ή η επίθεση σε κάτι. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά κοινή, αλλά είναι πιο συνηθισμένη στον προφορικό λόγο, κυρίως σε καθημερινές συνομιλίες και περιγραφές.
Ο ταύρος επιτέθηκε με δύναμη στον ταυρομάχο.
El coche embistió a la pared.
Το αυτοκίνητο χτύπησε τον τοίχο.
El perro embiste a los intrusos en la casa.
Η λέξη embestir χρησιμοποιείται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις, που αναδεικνύουν την επιθετική ή δυναμική φύση του:
Επιτιθέμενος εναντίον της αντιξοότητας.
No embistas sin pensar.
Μην επιτίθεσαι χωρίς να σκέφτεσαι.
El león embiste al enemigo en la selva.
Ο λέοντας επιτίθεται στον εχθρό στη ζούγκλα.
Embistió con todo su peso en la competencia.
Αντεπίθεσε με όλο του το βάρος στον ανταγωνισμό.
Embistiendo con valentía ante los retos.
Η λέξη embestir προέρχεται από το λατινικό "imbestire", που σημαίνει "να επιτεθεί" ή "να χτυπήσει".