Το "embocar" είναι ρήμα.
[em.boˈkaɾ]
Η λέξη "embocar" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα σε διάφορα πλαίσια. Σημαίνει "να βάλεις κάτι μέσα" ή "να τοποθετήσεις κάτι σε έναν στόχο", αλληγορούμενα μπορεί να σημαίνει "να εστιάσεις" ή "να εκφράσεις κάτι". Χρησιμοποιείται συχνά στη μουσική, ενώ σε γενικό και ομιλητό πλαίσιο μπορεί να έχει ευρύτερες σημασίες. Η συχνότητα χρήσης είναι μέτρια προς υψηλή, με μεγαλύτερη προτίμηση στον προφορικό λόγο.
"Es fácil embocar la pelota en la portería."
(Είναι εύκολο να βάλεις την μπάλα στα δίχτυα.)
"Al final del proyecto, tenemos que embocar todas las ideas."
(Στο τέλος του έργου, πρέπει να εκφράσουμε όλες τις ιδέες.)
"Necesitas embocar bien para acertar en la diana."
(Πρέπει να στοχεύσεις καλά για να πετύχεις στον στόχο.)
Το "embocar" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις:
"Embocar el gol."
(Να βάλεις γκολ.)
Χρησιμοποιείται στο πλαίσιο του ποδοσφαίρου και δηλώνει την επίτευξη ενός σκορ.
"Embocar en la vida."
(Να βρεις τον στόχο στη ζωή.)
Χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δηλώσει την επίτευξη προσωπικών στόχων.
"Embocar todo en la conversación."
(Να συμπεριλάβεις τα πάντα στη συζήτηση.)
Χρησιμοποιείται για να δείξει ότι κάποιος δεν παραλείπει καμία πληροφορία.
"Embocar el mensaje correcto."
(Να στείλεις το σωστό μήνυμα.)
Χρησιμοποιείται όταν πρόκειται για επικοινωνία και αντιμετώπιση ενδεχομένων παρανοήσεων.
Η λέξη "embocar" προέρχεται από το αρχαίο ισπανικό "embocar", που σημαίνει "να βάλεις σε μια μύτη ή είσοδο", βασισμένο στη λέξη "boca", που σημαίνει "στόμα" ή "είσοδος".
Συνώνυμα:
- introducir
- meter
- dirigir
Αντώνυμα:
- sacar (να βγάλεις)
- retirar (να αφαιρέσεις)
- desviar (να αποκλίνεις)