Η λέξη "emboscada" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "emboscada" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι: /em.bo's.ka.ða/
Η λέξη "emboscada" σημαίνει ενέδρα ή παγίδα, συνήθως χρησιμοποιούμενη για να περιγράψει μια στρατηγική επίθεση που πλανώνται στον εχθρό συνήθως από μια κρυφή θέση. Χρησιμοποιείται συχνά σε στρατιωτικά και νομικά συμφραζόμενα, αλλά και στη γενική γλώσσα.
Η χρήση της είναι αρκετά συχνή, κυρίως στον γραπτό λόγο, όπως σε ειδήσεις ή λογοτεχνικά έργα, αλλά μπορεί να ακούγεται και στον προφορικό λόγο σε συγκεκριμένα συμφραζόμενα.
Οι στρατιώτες προετοίμασαν μια ενέδρα για τον εχθρό.
La policía tendió una emboscada a los delincuentes.
Η αστυνομία έστησε μια παγίδα στους εγκληματίες.
En la historia, la emboscada fue clave para la victoria.
Η λέξη "emboscada" εμφανίζεται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Εδώ είναι μερικές παραδείγματα:
Να είσαι σε ενέδρα. (Να βρίσκεσαι σε εκτεθειμένη ή επικίνδυνη κατάσταση).
Tender una emboscada.
Να στήσει μια ενέδρα. (Να σχεδιάσει έναν δόλιο τρόπο για να πιάσει κάποιον απροετοίμαστο).
Caer en una emboscada.
Να πέσεις σε ενέδρα. (Να προκαλέσεις κάποιον να σε παγιδεύσει).
Salió de la emboscada ileso.
Η λέξη "emboscada" προέρχεται από το ρήμα "emboscar", το οποίο σημαίνει "σπρώχνω κάποιον σε καμουφλαρισμένη ή κρυφή θέση". Η ρίζα του "bosque" (δάσος) υποδηλώνει την ιδέα του κρύβειν σε φυσικό χώρο.