"Embotellado" είναι επιχείρημα (εκφορά) στα Ισπανικά προερχόμενο από τη ρήμα "embotellar", που σημαίνει "να εμφιαλώσει".
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου: /emboteˈʎaðo/
Η λέξη "embotellado" αναφέρεται σε κάτι που έχει εισαχθεί ή έχει περιληφθεί σε μπουκάλι (όπως ποτά ή άλλα υγρά). Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς, όπως η βιομηχανία τροφίμων και ποτών, και την κουζίνα, αλλά και σε περιγραφές γενικότερης φύσης. Στην καθημερινή γλώσσα, χρησιμοποιείται συνήθως στο γραπτό πλαίσιο, όπως στη διαφήμιση προϊόντων ή στις περιγραφές τροφίμων.
Το εμφιαλωμένο νερό είναι πιο ασφαλές από το νερό της βρύσης.
Me gusta comprar vino embotellado para ocasiones especiales.
Μου αρέσει να αγοράζω εμφιαλωμένο κρασί για ειδικές περιστάσεις.
La empresa se dedica al embotellado de bebidas energéticas.
Η λέξη "embotellado" δεν είναι ιδιαίτερα συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων στα Ισπανικά, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί με τον εξής τρόπο:
Δεν είμαι παγιδευμένος στην καθημερινή ρουτίνα.
Siento que estoy embotellado en mis pensamientos.
Αισθάνομαι ότι είμαι εγκλωβισμένος στις σκέψεις μου.
El tráfico está embotellado en la ciudad.
Η λέξη "embotellado" προέρχεται από το ρήμα "embotellar", το οποίο σχηματίζεται από την πρόθεση "en-" (μέσα) και τη λέξη "botella" (μπουκάλι). Αυτή η σύνθεση παραπέμπει στη διαδικασία της εμφιάλωσης.
Συνώνυμα: - Envasado (ευρύτερη έννοια του “συσκευασμένου”) - Embalaje (συσκευασία)
Αντώνυμα: - Desembotellado (ξεμπουκαρισμένο) - Abierto (ανοιχτό)
Η λέξη "embotellado" παίζει σημαντικό ρόλο σε πολλές συζητήσεις που αφορούν τρόφιμα και ποτά.