Embrague είναι ουσιαστικό.
/ɛmˈbɾaɣe/
Η λέξη embrague αναφέρεται σε έναν μηχανισμό που συνδέει και αποσυνδέει την κίνηση ενός κινητήρα από το κιβώτιο ταχυτήτων ενός οχήματος. Είναι ένα κρίσιμο εξάρτημα που επιτρέπει στους οδηγούς να αλλάζουν ταχύτητες ομαλά. Στα ισπανικά χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικό και μηχανολογικό περιβάλλον, αλλά μπορεί να εμφανίζεται και σε καθημερινές συζητήσεις σχετικά με την οδήγηση.
Συχνότητα Χρήσης:
Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε τεχνικά κείμενα και συνομιλίες, καθώς η οδήγηση και η μηχανολογία είναι κοινά θέματα στην ισπανική γλώσσα.
El embrague del coche está defectuoso.
(Ο συμπλέκτης του αυτοκινήτου είναι ελαττωματικός.)
Es importante saber cómo usar el embrague correctamente.
(Είναι σημαντικό να ξέρεις πώς να χρησιμοποιείς σωστά τον συμπλέκτη.)
El embrague se calienta si se utiliza de manera inadecuada.
(Ο συμπλέκτης θερμαίνεται αν χρησιμοποιείται λανθασμένα.)
Η λέξη embrague συνήθως δεν χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σε τεχνικές ή καθημερινές φράσεις. Εδώ βρίσκονται μερικές προτάσεις με τη λέξη:
Tienes que liberar el embrague con cuidado.
(Πρέπει να απελευθερώσεις τον συμπλέκτη προσεκτικά.)
Si el embrague se patina, es mejor revisarlo.
(Αν ο συμπλέκτης γλιστράει, είναι καλύτερα να τον ελέγξεις.)
Un buen embrague es esencial para un manejo adecuado.
(Ένας καλός συμπλέκτης είναι απαραίτητος για σωστή οδήγηση.)
Η λέξη embrague προέρχεται από το λατινικό embragare, το οποίο σημαίνει να "συνδέεις" ή να "ενώνεις". Στις περισσότερες γλώσσες έχει διατηρηθεί παρόμοια σημασία.
Συνώνυμα: - Conector (σύνδεσμος) - Acoplamiento (τάιζμα)
Αντώνυμα: - Desacoplar (ξεσύνδεση) - Separar (διαχωρίζω)