Ρήμα
/e.meɾˈxeɾ/
Το ρήμα "emerger" σημαίνει να αναδύεσαι ή να εμφανίζεσαι, συνήθως από κάτι που σε καλύπτει ή κρύβει. Χρησιμοποιείται συχνά σε συμφραζόμενα που περιγράφουν την εμφάνιση κάποιου ή κάποιου φαινομένου, λοιπόν, έχει ευρύτερες εφαρμογές.
Είναι πιο συνηθισμένο στον προφορικό λόγο, αλλά μπορείτε να το συναντήσετε και σε γραπτό κείμενο, ιδίως σε λογοτεχνικά ή περιγραφικά κείμενα.
El sol comienza a emerger por el horizonte.
(Ο ήλιος αρχίζει να αναδύεται από τον ορίζοντα.)
Nuevas ideas pueden emerger de un debate constructivo.
(Νέες ιδέες μπορεί να προκύψουν από μια εποικοδομητική συζήτηση.)
Las burbujas emergen a la superficie del agua.
(Οι φυσαλίδες αναδύονται στην επιφάνεια του νερού.)
Η λέξη "emerger" δεν είναι τόσο συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα συμφραζόμενα:
Emerger de las sombras.
(Αναδύομαι από τις σκιές.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που βγαίνει από μια δύσκολη ή κρυφή κατάσταση.
Emerger como un líder.
(Αναδύομαι ως ηγέτης.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που αναλαμβάνει ηγετικές ευθύνες ή ρόλους.
La verdad siempre emerge.
(Η αλήθεια πάντα αναδύεται.)
Αναφέρεται στο γεγονός ότι η αλήθεια θα αποκαλυφθεί τελικά.
Η λέξη "emerger" προέρχεται από το λατινικό "emergere", όπου "e-" σημαίνει "έξω" και "mergere" σημαίνει "βουτάω". Έτσι, η ετυμολογία της υποδηλώνει την έννοια του να βγαίνεις από κάτι που σε κρατάει υποβρύχιο ή κρυμμένο.
Συνώνυμα: - surgir - aparecer - aflorar
Αντώνυμα: - sumergir (βουλιάζω) - ocultar (κρύβω) - desaparecer (αφανίζομαι)