Το "emisario" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA): /emiˈsaɾjo/
Η λέξη "emisario" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο που αποστέλλεται ως εκπρόσωπος ή αγγελιοφόρος, συχνά με ένα ειδικό σκοπό ή αποστολή. Στην ιατρική, μπορεί να αναφέρεται σε οποιοδήποτε παράγοντα ή στοιχείο που μεταφέρει πληροφορίες ή δεδομένα. Στη γεωγραφία, μπορεί να αναφέρεται σε φυσικά ρεύματα όπως τα νερά που οδηγούν σε άλλα σημεία ή περιοχές. Η συχνότητα χρήσης του είναι μέτρια, με λίγο περισσότερη παρουσία στον γραπτό λόγο.
El emisario entregó el mensaje al líder de la tribu.
Ο αγγελιοφόρος παρέδωσε το μήνυμα στον ηγέτη της φυλής.
Como emisario, su trabajo era vital para las negociaciones.
Ως εκπρόσωπος, η δουλειά του ήταν ζωτικής σημασίας για τις διαπραγματεύσεις.
El emisario del gobierno llegó para discutir nuevos tratados.
Ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης ήρθε για να συζητήσει νέες συμφωνίες.
Η λέξη "emisario" δεν είναι ιδιαίτερα συχνή σε ίδιες εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορους συνδυασμούς:
Ser un emisario de la paz
Να είσαι αγγελιοφόρος της ειρήνης.
Αυτό περιγράφει κάποιον που εργάζεται για την επίτευξη της ειρήνης.
Emisario de buenas noticias
Αγγελιοφόρος καλών ειδήσεων.
Αναφέρεται σε κάποιον που φέρνει θετικά νέα.
El emisario clandestino
Ο μυστικός αγγελιοφόρος.
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που μεταφέρει πληροφορίες μυστικά ή κρυφά.
Enviado como emisario
Αποσταλείς ως αγγελιοφόρος.
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που έχει στείλει με ειδική αποστολή.
Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "emissarius", που σημαίνει "αυτός που στέλνεται έξω".
Συνώνυμα: - Mensajero (αγγελιοφόρος) - Delegado (εκπρόσωπος) - Representante (αντιπρόσωπος)
Αντώνυμα: - Receptor (παραλήπτης) - Ingresante (εισερχόμενος)