Η λέξη "empanadilla" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "empanadilla" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /em.pa.naˈði.ʎa/
Η λέξη "empanadilla" μεταφράζεται κυρίως ως "πιτάκι" ή "πίτα".
Η λέξη "empanadilla" αναφέρεται σε μια τύπου πίτα ή σνακ, που συνήθως είναι γεμισμένη με κρέας, λαχανικά ή άλλα υλικά. Είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στην ισπανική κουζίνα και άλλες ισπανόφωνες χώρες, καθώς και σε κοινότητες ισπανικής καταγωγής παγκοσμίως. Η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να παρατηρείται περισσότερη χρήση στον τομέα της γαστρονομίας.
Η πίτα με κρέας είναι η αγαπημένη μου.
Voy a comprar empanadillas para la fiesta.
Θα αγοράσω πιτάκια για το πάρτι.
En el restaurante, sirven empanadillas de verduras.
Η λέξη "empanadilla" χρησιμοποιείται σπάνια σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να βρεθεί σε ορισμένες φράσεις της καθημερινής γλώσσας:
Είναι πιο εύκολο από το να φτιάξεις μια πίτα.
No hay empanadilla que no se pueda comer.
Δεν υπάρχει πίτα που να μην μπορείς να φας.
La vida es como una empanadilla: a veces está llena de sorpresas.
Η ζωή είναι όπως μια πίτα: μερικές φορές γεμάτη εκπλήξεις.
Si no estás contento, come una empanadilla.
Η λέξη "empanadilla" προέρχεται από την ισπανική λέξη "empanar", που σημαίνει "να καλύπτεις με ζύμη ή ψωμάκι". Προέρχεται από το "pan", που σημαίνει "ψωμί".
Συνώνυμα:
- "tartaleta" (ταρτάκι),
- "pastelito" (μικρό γλυκό),
Αντώνυμα:
Δεν υπάρχουν άμεσα αντώνυμα της λέξης "empanadilla", καθώς αναφέρεται σε συγκεκριμένο τύπο τροφίμου. Αλλά, σε ένα ευρύτερο γαστρονομικό πλαίσιο, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε άλλους τύπους φαγητού ως "αντώνυμα", όπως "ensalada" (σαλάτα).