Το "emparedado" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή του "emparedado" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι [em.pa.ɾeˈðaðo].
Η λέξη "emparedado" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - Σάντουιτς - Τοστ
Το "emparedado" αναφέρεται σε ένα είδος τροφίμου που αποτελείται από δύο φέτες ψωμιού με γέμιση (κρέας, τυρί, λαχανικά, κ.λπ.). Χρησιμοποιείται ευρέως στην ισπανική γλώσσα και μπορεί να αναφερθεί σε διάφορες μορφές σάντουιτς. Η συχνότητα χρήσης του είναι υψηλή, και χρησιμοποιείται περισσότερο στον προφορικό λόγο παρά στο γραπτό.
Θα ήθελα να παραγγείλω ένα σάντουιτς με κοτόπουλο.
El emparedado que hice estaba delicioso.
Το σάντουιτς που έφτιαξα ήταν νόστιμο.
En el almuerzo, comí un emparedado vegetariano.
Η λέξη "emparedado" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα.
Να είσαι ανάμεσα σε δύο σάντουιτς. (Να είσαι σε μια δύσκολη κατάσταση)
Tener un emparedado en la boca.
Να έχεις ένα σάντουιτς στο στόμα. (Να είσαι απασχολημένος με το φαγητό)
No hay emparedados malos, solo mal acompañados.
Η λέξη "emparedado" προέρχεται από το ρήμα "emparedar", το οποίο σημαίνει "βάζω ανάμεσα σε τοίχους". Στην περίπτωση των σάντουιτς, οι τοίχοι είναι οι φέτες ψωμιού που περιβάλλουν τη γέμιση.
Συνώνυμα: - Sándwich - Tortilla (σε ορισμένα πλαίσια, όταν αναφέρεται σε σάντουιτς που περιλαμβάνει μπιφτέκι ή άλλα υλικά μέσα σε τορτίγια)
Αντώνυμα: - Desmontado (σε περίπτωση που αναφερόμαστε σε φαγητό που δεν είναι «συγκροτημένο» ή σε μορφή σάντουιτς) - Suelto (χαλαρός, ελεύθερος)