Η λέξη "empleos" είναι ένα ουσιαστικό στον πληθυντικό αριθμό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "empleos" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /emˈpleos/
Η λέξη "empleos" αναφέρεται σε "θέσεις εργασίας" ή "δουλειές". Είναι σχετικά συχνά χρησιμοποιούμενη στη γλώσσα της Ισπανίας, κυρίως σε γραπτό λόγο, όπως σε αγγελίες και επαγγελματικές προτάσεις, αλλά χρησιμοποιείται επίσης και στον προφορικό λόγο όταν συζητούνται θέματα εργασίας και απασχόλησης.
"Υπάρχουν πολλές διαθέσιμες θέσεις εργασίας στην πόλη."
"Ella busca empleos que ofrezcan buenas condiciones."
"Αυτή αναζητά δουλειές που να προσφέρουν καλές συνθήκες."
"Los empleos en el sector tecnológico están en aumento."
Η λέξη "empleos" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την εργασία:
"Έχασε τη δουλειά του λόγω της οικονομικής κρίσης."
"Crear empleos"
"Το νέο έργο έχει ως στόχο τη δημιουργία θέσεων εργασίας στην περιοχή."
"Buscar empleo"
"Μετά την αποφοίτησή του, άρχισε να ψάχνει ενεργά για δουλειά."
"Estabilidad en el empleo"
"Η σταθερότητα στην εργασία είναι σημαντική για τους εργαζομένους."
"Empleo temporal"
Η λέξη "empleos" προέρχεται από το ρήμα "emplear", που σημαίνει "να χρησιμοποιείς" ή "να απασχολείς". Από εκεί, σχηματίζεται το ουσιαστικό "empleo", το οποίο αναφέρεται στην πράξη της απασχόλησης.
Συνώνυμα: - trabajos (δουλειές) - ocupaciones (απασχολήσεις)
Αντώνυμα: - desempleo (ανεργία) - inactividad (αδράνεια)