Η φράση "en general" είναι μια προθετική φράση (prepositional phrase) που χρησιμοποιείται για να εισάγει γενικές παρατηρήσεις ή συμπεράσματα.
Φωνητική μεταγραφή: /en xeˈneɾal/
Η φράση "en general" χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε κάτι με γενικό τρόπο, χωρίς να δίνονται ειδικές λεπτομέρειες ή εξαιρέσεις. Χρησιμοποιείται είτε στον προφορικό είτε στον γραπτό λόγο, με τάση να εμφανίζεται συχνά σε γραπτά κείμενα, όπως άρθρα και επιστολές, αλλά και σε προφορικές συζητήσεις για να εκφραστούν γενικές απόψεις ή συμπεράσματα.
Γενικά, οι άνθρωποι προτιμούν τη ζωντανή μουσική.
En general, los niños son curiosos y quieren aprender.
Γενικά, τα παιδιά είναι περίεργα και θέλουν να μάθουν.
En general, el clima es templado en esta región.
Η φράση "en general" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις για να δώσει έμφαση σε γενικές παρατηρήσεις ή αλήθειες.
Γενικά, είναι καλύτερο να προλαμβάνεις παρά να θεραπεύεις.
En general, la educación es la clave del éxito.
Γενικά, η εκπαίδευση είναι το κλειδί για την επιτυχία.
En general, las vacaciones son momentos de relax.
Γενικά, οι διακοπές είναι στιγμές χαλάρωσης.
En general, las opiniones sobre este asunto son diversas.
Γενικά, οι απόψεις σχετικά με αυτό το θέμα είναι ποικιλόμορφες.
En general, la salud es lo más importante en la vida.
Η φράση "en general" προέρχεται από το ισπανικό "general", το οποίο προέρχεται από το λατινικό "generalem", που σημαίνει "γενικός", "αφορών σε όλους".
En términos generales (σε γενικές γραμμές)
Αντώνυμα: