Το "enardecer" είναι ρήμα.
/fen.aɾ.ðeˈθeɾ/ (υποθέτοντας ότι χρησιμοποιούμε τη φωνητική μεταγραφή της ισπανικής γλώσσας στην ισπανική προφορά).
Η λέξη "enardecer" αναφέρεται στη δράση του να προκαλείς έντονα συναισθήματα, ενθουσιασμό ή να φέρνεις σε κατάσταση ενθουσιασμού. Χρησιμοποιείται κυρίως σε περιγραφές που αφορούν τη συναισθηματική και ψυχολογική κατάσταση των ανθρώπων. Εμφανίζεται συχνά και είναι ορατή σε γραπτό και προφορικό λόγο.
La historia de amor enardeció los corazones de todos.
(Η ιστορία αγάπης ενθουσίασε τις καρδιές όλων.)
El discurso del líder enardeció a los seguidores.
(Η ομιλία του ηγέτη ενθουσίασε τους υποστηρικτές.)
Las competiciones deportivas enardecen la pasión de los fanáticos.
(Οι αθλητικοί αγώνες ενθουσιάζουν το πάθος των φιλάθλων.)
Το "enardecer" χρησιμοποιείται και σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις:
Enardecer el ambiente: (Να φτιάχνεις την ατμόσφαιρα πιο έντονη).
El evento enardeció el ambiente y todos se divirtieron mucho.
(Η εκδήλωση δημιούργησε μια έντονη ατμόσφαιρα και όλοι πέρασαν πολύ καλά.)
Enardecer a la multitud: (Να ενθουσιάσεις το πλήθος).
El artista enardeció a la multitud con su actuación electrizante.
(Ο καλλιτέχνης ενθουσίασε το πλήθος με την ηλεκτρισμένη του παράσταση.)
Enardecer el debate: (Να καταστήσεις τη συζήτηση πιο θερμή).
La intervención de expertos enardeció el debate sobre el cambio climático.
(Η παρέμβαση των ειδικών έκανε τη συζήτηση πιο έντονη σχετικά με την κλιματική αλλαγή.)
Η λέξη "enardecer" προέρχεται από το "ardecer", που σημαίνει "να καίει" ή "να φλέγεται", με το πρόθημα "en-" που συχνά δηλώνει κατεύθυνση ή κατάσταση. Στην προκειμένη περίπτωση, μεταφέρεται η έννοια της ενεργοποίησης ή ενίσχυσης μιας καύσης (συναισθημάτων).
Συνώνυμα: - Animar - Excitar - Entusiasmar
Αντώνυμα: - Desanimar - Sofocar - Calmara