Το "encantado" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή: [enkãnˈtaðo]
Η λέξη "encantado" προέρχεται από το ρήμα "encantar". Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος νιώθει ευτυχισμένος ή ευχαριστημένος, ή ότι κάτι είναι όμορφο και γοητευτικό. Είναι αρκετά κοινή στη συζήτηση και τα γραπτά, αν και οι προφορικές εκφράσεις έχουν μια πιο αυξημένη συχνότητα χρήσης.
"Είμαι ευχαριστημένος που σε γνωρίζω."
"La fiesta fue encantada."
"Η γιορτή ήταν υπέροχη."
"Me siento encantado con el resultado."
Η λέξη "encantado" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:
"Siempre estoy encantado de la vida." - "Πάντα είμαι χαρούμενος για τη ζωή."
"Encantado con el lugar"
"Estaba encantado con el lugar que encontramos." - "Ήμουν γοητευμένος με το μέρος που βρήκαμε."
"Encantado de colaborar"
"Estoy encantado de colaborar en este proyecto." - "Είμαι χαρούμενος να συνεργαστώ σε αυτό το έργο."
"Saludos encantados"
Η λέξη "encantado" προέρχεται από το ρήμα "encantar", το οποίο προέρχεται από τη λατινική λέξη "incantare", που σημαίνει να γοητεύει ή να μαγεύει.