Verbo (ρήμα)
/enaˈkantar/
Η λέξη "encantar" χρησιμοποιείται για να εκφράσει έντονη προτίμηση ή ευχαρίστηση για κάτι. Συχνά αναφέρεται σε εκείνα τα πράγματα που μας αρέσουν πολύ ή ανασταίνουν συναισθήματα θαυμασμού, ευφορίας ή αγάπης. Το ρήμα χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και οι προφορικές εκφράσεις είναι πιο συχνές στην καθημερινή χρήση.
Me encanta el chocolate.
(Μου αρέσει πολύ η σοκολάτα.)
A ella le encanta ir al cine.
(Αυτή της αρέσει πολύ να πηγαίνει σινεμά.)
Η λέξη "encantar" χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα.
¡Me encanta esta canción!
(Μου αρέσει πολύ αυτό το τραγούδι!)
Nos encanta viajar por el mundo.
(Μας αρέσει πολύ να ταξιδεύουμε στον κόσμο.)
Te encantará la comida de este restaurante.
(Θα σου αρέσει πολύ το φαγητό αυτού του εστιατορίου.)
A él le encanta jugar al fútbol los fines de semana.
(Αυτόν του αρέσει πολύ να παίζει ποδόσφαιρο τα Σαββατοκύριακα.)
Me encanta cómo preparas el café.
(Μου αρέσει πολύ πώς φτιάχνεις τον καφέ.)
Η λέξη "encantar" προέρχεται από το λατινικό "incantāre", που σημαίνει "να γοητεύω, να μαγεύω", προερχόμενο από την λέξη "cantus" που σημαίνει "τραγούδι".
Συνώνυμα: - fascinar (γοητεύω) - agradar (ευχαριστώ, αρέσκο)
Αντώνυμα: - desagradar (δεν αρέσω) - incomodar (παρενοχλώ, ενοχλώ)