encanto - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

encanto (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Η λέξη "encanto" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική Μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "encanto" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /enˈkanto/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της Λέξης

Η λέξη "encanto" αναφέρεται σε μια ποιότητα ή χαρακτηριστικό που προκαλεί μεγάλο ενδιαφέρον ή έλξη. Χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανικών για να περιγράψει κάτι που έχει ομορφιά, χάρη ή μαγεία. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά συνήθως χρησιμοποιείται πιο συχνά σε λογοτεχνικά και εκφραστικά πλαίσια.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. El encanto de la ciudad nos dejó maravillados.
  2. Η γοητεία της πόλης μας άφησε μαγεμένους.

  3. Este lugar tiene un encanto especial que atrae a muchos turistas.

  4. Αυτό το μέρος έχει μια ειδική γοητεία που προσελκύει πολλούς τουρίστες.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "encanto" χρησιμοποιείται επίσης σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:

  1. Tener encanto: σημαίνει ότι κάποιος έχει γοητεία.
  2. Ella tiene un encanto que todos admiran.

    • Αυτή έχει μια γοητεία που όλοι θαυμάζουν.
  3. Atrapado por el encanto: χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που έχει μαγευτεί από κάτι.

  4. Estaba atrapado por el encanto de la música.

    • Ήταν μαγεμένος από τη μουσική.
  5. Encanto de la naturaleza: αναφέρεται στη φυσική ομορφιά.

  6. El encanto de la naturaleza es impresionante.

    • Η γοητεία της φύσης είναι εντυπωσιακή.
  7. Encanto especial: κάτι που έχει μοναδική γοητεία.

  8. Este pueblo tiene un encanto especial que no se encuentra en las ciudades grandes.
    • Αυτό το χωριό έχει μια ειδική γοητεία που δεν βρίσκεις στις μεγάλες πόλεις.

Ετυμολογία της Λέξης

Η λέξη "encanto" προέρχεται από το λατινικό "incantus", που σημαίνει "μαγευτικός λόγος" ή "ξόρκι".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



22-07-2024