encaramar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

encaramar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Verbo (ρήμα)

Φωνητική μεταγραφή

/enkaraˈmaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "encaramar" σημαίνει να ανεβάζεις ή να τοποθετείς κάτι σε πιο ψηλό σημείο, να σκαρφαλώνεις ή να εδραιώνεις κάτι σε μια ψηλή θέση. Χρησιμοποιείται κυρίως σε καταστάσεις που περιλαμβάνουν σκαρφάλωμα ή την τοποθέτηση αντικειμένων σε ύψος, και εμφανίζεται σε διάφορες καταστάσεις στη γλώσσα. Η χρήση της είναι συχνή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El niño se encaramó al árbol para ver mejor.
  2. Το παιδί σκαρφάλωσε στο δέντρο για να δει καλύτερα.

  3. Ella encaramó los libros en la estantería.

  4. Αυτή ανέβασε τα βιβλία στην βιβλιοθήκη.

  5. Nosotros necesitamos encaramar la bandera más alta.

  6. Χρειαζόμαστε να ανεβάσουμε τη σημαία πιο ψηλά.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Encarmar δεν εμφανίζεται συχνά σε συγκεκριμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά χρησιμοποιείται σε περιγραφές καταστάσεων. Ωστόσο, μπορεί να βρείτε τις παρακάτω προτάσεις χρήσιμες:

  1. Encarmar en una situación complicada.
  2. Να σκαρφαλώσεις σε μια δύσκολη κατάσταση.

  3. No te encames alto.

  4. Μην σκαρφαλώνεις ψηλά. (Μην ρισκάρεις υπερβολικά.)

  5. Después de encaramarme a la cima, todo fue más fácil.

  6. Μετά το σκαρφάλωμα στην κορυφή, όλα ήταν πιο εύκολα.

Ετυμολογία

Η λέξη προέρχεται από τη λατινική "caramare", που σημαίνει "να σηκώσω" ή "να εκτοξεύσω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - elevar - levantar - alzar

Αντώνυμα: - bajar (να κατεβάσω) - descender (να κατέβω)

Αυτή η ανάλυση παρέχει μια ολοκληρωμένη κατανόηση της λέξης "encaramar" στη γλώσσα Ισπανικά.



23-07-2024