Ουσιαστικό
/esˈpi.ku.la/
Η λέξη "espícula" στα ισπανικά μπορεί να έχει τις εξής σημασίες: 1. (βιολογία) μικρή και λεπτή κοκκιδωτή ή ακτινώδης προεξέχουσα δομή, συνήθως υλικό, που βρίσκεται σε ζώα και φυτά. 2. (τέχνη) μικρή καθολική ράβδος με άκρα, χρησιμοποιούμενη για τη δημιουργία διακοσμητικών μοτίβων.
Η λέξη "espícula" χρησιμοποιείται συχνότερα στα γραπτά κείμενα παρά στον προφορικό λόγο, ιδιαίτερα όταν αναφέρεται στη βιολογία και στην τέχνη.
Η λέξη "espícula" προέρχεται από το λατινικό "spīcula", που σημαίνει "μικρή αιχμηρή ράβδος".
Συνώνυμα: 1. Púa 2. Setilla
Αντώνυμα: 1. Lisa 2. Plano
Η λέξη "espícula" συχνά χρησιμοποιείται σε ιδιωματικές εκφράσεις και παροιμίες στα ισπανικά. Ας δούμε μερικές παραδείγματα:
Estar hecho una espícula
Νόημα: Να είσαι πολύ αδύνατος ή ασθενικός.
Παράδειγμα: "Después de la gripe, quedó hecho una espícula."
Dos espículas
Νόημα: Πολύ λίγα χρήματα.
Παράδειγμα: "Tras pagar la deuda, me quedé con dos espículas."
Dar espículas por vino
Νόημα: Πειράζω, κοροϊδεύω.
Παράδειγμα: "Me estás dando espículas por vino con esa excusa tan absurda."
Ser la última espícula
Νόημα: Να είσαι ο τελευταίος της λίγδας.
Παράδειγμα: "En la competencia, siempre fui la última espícula."
Hacer algo al espícula y tente tieso
Νόημα: Κάνω κάτι ταχύτατα και χωρίς χρονοτριβές.
Παράδειγμα: "Si quieres llegar a tiempo, hazlo al espícula y tente tieso."
Perder espículas
Νόημα: Χάνω αδικαιολόγητα χρήματα ή πράγματα.
Παράδειγμα: "Si sigues así, vas a perder espículas."
Sacar espículas
Νόημα: Ονειρεύομαι, αφήνοντας το μυαλό μου στο κενό.
Παράδειγμα: "Cuando le pregunté sobre el futuro, se puso a sacar espículas."
Οι ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη "espícula" προσφέρουν ενδιαφέρουσες παραστάσεις και είναι χρήσιμες για τον πλούτο της γλώσσας.