españolear - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

españolear (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "españolear" είναι ρήμα στη γλώσσα Ισπανικά.

Φωνητική μεταγραφή

εσπανιολέαρ

Μετάφραση

Ελληνικό: ισπανικιάζω

Σημασία

Το "españolear" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη του να μιλά κάποιος στα Ισπανικά με έντονη ιδιοματική ή περιφερειώτικη προφορά. Ωστόσο, δεν είναι μια κοινή λέξη και δεν χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. Me gusta español​ear con acento andaluz. (Μου αρέσει να μιλάω Ισπανικά με Ανδαλουσιανή προφορά.)
  2. Sus amigos le critican porque siempre está españoleando al hablar. (Οι φίλοι του τον κριτικάρουν επειδή μιλάει πάντα με έντονη περιφερειακή προφορά.)

Ετυμολογία

Το ρήμα "españolear" προέρχεται από τη λέξη "español" που σημαίνει "ισπανικά", με την προσθήκη του καταλήξη "-ear" που υποδηλώνει μια δράση που γίνεται επανειλημμένα.

Συνώνυμα

Αντώνυμα



3