Το "espantarse" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή: /es.panˈtaɾ.se/
Η λέξη "espantarse" σημαίνει να τρομάξεις ή να φοβηθείς ξαφνικά. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την έντονη αντίδραση φόβου ή τρόμου που μπορεί να προκληθεί από κάποιο ξαφνικό γεγονός ή εικόνα. Στη γλώσσα των Ισπανικών, έχει συχνή χρήση, και παρατηρείται κυρίως στον προφορικό λόγο αλλά και σε γραπτές εκφράσεις.
Χθες είδα μια ταινία τρόμου που με έκανε να τρομάξω.
No te espantes, solo fue un ruido fuerte.
Μη τρομάξεις, ήταν μόνο ένας δυνατός θόρυβος.
Se espantó al ver al perro ladrando.
Η λέξη "espantarse" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν:
Π.χ. Se espantó de miedo al escuchar el trueno.
"No hay que espantarse por tonterías"
Π.χ. No hay que espantarse por tonterías, la vida sigue adelante.
"Se espantó tanto que no pudo hablar"
Η λέξη "espantarse" προέρχεται από το ουσιαστικό "espanto", που σημαίνει τρόμος ή φόβος, το οποίο έχει λατινικές ρίζες.
Συνώνυμα: - asustarse - alarmarse
Αντώνυμα: - calmarse - tranquilizarse
Αυτή η λέξη είναι σημαντική στον καθημερινό λόγο στα Ισπανικά και αντικατοπτρίζει την ανθρώπινη αντίδραση σε αναπάντεχες καταστάσεις.