esparcir - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
DICLIB.COM
AI-based language tools

esparcir (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Το "esparcir" είναι ρήμα.

Φωνητική Μεταγραφή

/ezpaɾˈθiɾ/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της Λέξης

Η λέξη "esparcir" σημαίνει να χωρίσεις ή να διασκορπίσεις κάτι σε μεγάλες αποστάσεις ή σε διαφορετικά μέρη. Χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο και σε ποικίλα γραπτά κείμενα. Η συχνότητά της είναι μέτρια και μπορεί να συναντηθεί σε καθημερινές συνομιλίες καθώς και σε περισσότερα επίσημα κείμενα.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. Es necesario esparcir la semilla en toda la tierra.
    (Είναι απαραίτητο να διασκορπίσουμε τον σπόρο σε όλη τη γη.)

  2. Decidimos esparcir la ceniza en el mar.
    (Αποφασίσαμε να σκορπίσουμε την τέφρα στη θάλασσα.)

  3. El viento empezó a esparcir las hojas secas por el camino.
    (Ο άνεμος άρχισε να σκορπίζει τα ξερά φύλλα στο δρόμο.)

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "esparcir" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Esparcir la alegría.
    (Σκορπίζω την χαρά.)
    Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την έννοια του μοιράσματος της χαράς με άλλους.

  2. Esparcir rumores.
    (Σκορπίζω φήμες.)
    Συχνά αναφέρεται στην πράξη της διαδόσεως μη επιβεβαιωμένων πληροφοριών.

  3. Esparcir el amor.
    (Σκορπίζω την αγάπη.)
    Αναφέρεται στην ιδέα της διάδοσης θετικών συναισθημάτων στους άλλους.

  4. No hay que esparcir el odio.
    (Δεν πρέπει να σκορπίζουμε το μίσος.)
    Υποδεικνύει την ανάγκη αποφυγής της διάδοσης αρνητικών συναισθημάτων.

Ετυμολογία της Λέξης

Η λέξη "esparcir" προέρχεται από το λατινικό "spargere", που σημαίνει "να σκορπίζω ή να διασκορπίζω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - dispersar - difundir - extender

Αντώνυμα: - recoger (να μαζεύω) - concentrar (να συγκεντρώνω)



22-07-2024