"espiritual" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "espiritual" χρησιμοποιώντας το Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο είναι: /es.pi.ɾi.twal/.
Η λέξη "espiritual" αναφέρεται σε οτιδήποτε σχετίζεται με το πνεύμα, την ψυχή ή τις πνευματικές πεποιθήσεις, συχνά με την έννοια του θρησκευτικού ή του μεταφυσικού. Χρησιμοποιείται ευρέως και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο, αν και η παρουσία της μπορεί να είναι πιο έντονη σε φιλοσοφικά ή θρησκευτικά κείμενα.
Ψάχνω έναν πνευματικό δρόμο για τη ζωή μου.
La meditación es una práctica espiritual muy beneficiosa.
Ο διαλογισμός είναι μια πολύ ωφέλιμη πνευματική πρακτική.
Las enseñanzas espirituales pueden guiarnos hacia la paz interior.
Η λέξη "espiritual" χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν ορισμένα παραδείγματα:
Είναι σημαντικό να αναπτύξουμε μια πνευματική σύνδεση με τον εαυτό μας.
Desarrollo espiritual.
Ο διαλογισμός βοηθά στην προσωπική πνευματική ανάπτυξη.
Búsqueda espiritual.
Πολλοί άνθρωποι αρχίζουν μια πνευματική αναζήτηση κατά τη διάρκεια της ζωής τους.
Vida espiritual.
Η λέξη "espiritual" προέρχεται από το λατινικό "spiritualis", που σημαίνει "που σχετίζεται με το πνεύμα" και πηγαίνει πίσω στον όρο "spiritus", που σημαίνει "πνεύμα".
Συνώνυμα - pletórico (πνευματικός) - místico (μυστηριώδης)
Αντώνυμα - material (υλικός) - corporal (σωματικός)