Η λέξη "estable" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "estable" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι:
/esˈta.βle/
Η λέξη "estable" αναφέρεται σε κάτι που είναι σταθερό, διαρκές ή αμετάβλητο. Χρησιμοποιείται συνήθως σε διάφορα συμφραζόμενα όπως η καθημερινή ζωή, η ιατρική για να περιγράψει μια κατάσταση υγείας και σε τεχνικά περιβάλλοντα για προϊόντα ή δομές που δεν υποφέρουν από διακυμάνσεις ή κινδύνους. Η συχνότητα χρήσης της λέξης "estable" είναι μέση και μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
La situación económica es estable.
(Η οικονομική κατάσταση είναι σταθερή.)
El paciente se encuentra en un estado estable.
(Ο ασθενής βρίσκεται σε σταθερή κατάσταση.)
Necesitamos un soporte estable para la estructura.
(Χρειαζόμαστε ένα σταθερό στήριγμα για τη δομή.)
Η λέξη "estable" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις που δείχνουν σταθερότητα ή βεβαιότητα.
Estar en una posición estable:
(Να βρίσκεσαι σε μια σταθερή θέση.)
Σημαίνει ότι κάποιος έχει εξασφαλισμένη κατάληξη ή ασφάλεια σε μια κατάσταση.
Mantenerse estable:
(Να διατηρείσαι σταθερός.)
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ικανότητα κάποιου να μένει ήρεμος και συγκεντρωμένος.
Es un precio estable:
(Είναι μια σταθερή τιμή.)
Χρησιμοποιείται για να σηματοδοτήσει την σταθερότητα στην αγορά ή σε οικονομικά ζητήματα.
Tener una relación estable:
(Να έχεις μια σταθερή σχέση.)
Αναφέρεται σε μια διαρκή και υγιή σχέση.
Η λέξη "estable" προέρχεται από τα λατινικά "stabilis", που σημαίνει "σταθερός". Η ρίζα του αναφέρεται στην έννοια της σταθερότητας.
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια πλήρη εικόνα για τη λέξη "estable" στα Ισπανικά, καλύπτοντας τη χρήση της, τις παραδείγματα και τις ιδιωματικές εκφράσεις.