Η λέξη "estado" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: [esˈtaðo]
Η λέξη "estado" έχει δύο βασικές σημασίες στην ισπανική γλώσσα: 1. Κράτος: Αναφέρεται σε πολιτική οντότητα ή επικράτεια με κυβερνητική εξουσία. 2. Κατάσταση: Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση ή την κατάσταση ενός αντικειμένου ή μιας προσωπικότητας.
Στη γλώσσα των Ισπανών, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε διαφορές θεματικές περιοχές, όπως η πολιτική, η κοινωνιολογία και οι φιλοσοφικές συζητήσεις. Η χρήση της μπορεί να παρατηρηθεί και σε προφορικό και γραπτό επίπεδο, χωρίς να υπερέχει ιδιαίτερα σε κάποιον από τους δύο τομείς.
(Η κατάσταση του τρέχοντος κράτους είναι περίπλοκη.)
Un estado libre es fundamental para la democracia.
(Η κυβέρνηση κήρυξε κατάσταση επιφυλακής λόγω της επερχόμενης καταστροφής.)
Estado de bienestar
(Το κράτος πρόνοιας διασφαλίζει βασικά δικαιώματα για όλους τους πολίτες.)
Estado de ánimo
Η λέξη "estado" προέρχεται από το λατινικό "status," το οποίο σημαίνει "στάση" ή "κατάσταση". Η ρίζα "stā-" υποδηλώνει μια κατάσταση ή θέση.
Συνώνυμα: - condición (κατάσταση) - situación (κατάσταση)
Αντώνυμα: - descomposición (αποσύνθεση) - caos (χάος)