Estrago είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: [esˈtɾaɣo]
Η λέξη estrago αναφέρεται στη ζημιά ή την καταστροφή που προκαλείται σε κάτι. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει αναρχία, ζημία ή γενικότερα κατάσταση εκτός ελέγχου. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό λόγο όσο και σε γραπτά περιβάλλοντα, αλλά είναι πιο συνηθισμένη σε γραπτά κείμενα που αφορούν περιγραφές καταστροφών ή βίαιων γεγονότων.
Ο τυφώνας προκάλεσε μια καταστροφή στην πόλη.
La guerra dejó un estrago en la economía del país.
Η καταιγίδα προκάλεσε ζημιά στο χωράφι.
Causar estragos
Η φωτιά προκάλεσε ζημίες στη ζούγκλα.
Sufrir estragos
Η λέξη estrago προέρχεται από το λατινικό extragus, το οποίο σχετίζεται με την έννοια της εξωτερικής καταστροφής ή αποτυχίας.
Συνώνυμα: - Destrucción (καταστροφή) - Destrozo (καταστροφή)
Αντώνυμα: - Conservación (συντήρηση) - Protección (προστασία)
Αυτές οι πληροφορίες συνοψίζουν τη χρήση και την έννοια της λέξης estrago στην ισπανική γλώσσα.