Ρήμα
estɾeˈʎaɾse
Το ρήμα "estrellarse" σημαίνει "συγκρούομαι", "σκοντάφτω" ή "ρίχνομαι βίαια".
Χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο για να περιγράψει μια έντονη σύγκρουση ή πτώση, ενώ σπανότερα χρησιμοποιείται στη γραπτή γλώσσα.
Ορισμένα ρήματα στον ισπανικό χρόνο: - Ενεστώτας: estrello - Παρατατικός: estrellaba - Αόριστος: estrellé - Υπερσυντέλικος: había estrellado - Προστακτική: ¡estréllate!
Το "estrellarse" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
Estrellarse contra un muro: Σημασία: Αντιμετωπίζω σημαντικά εμπόδια ή αντιστάσεις. Πέφτω βίαια στο έδαφος.
Estrellarse contra un problema: Σημασία: Αντιμετωπίζω ένα δύσκολο πρόβλημα ή κατάσταση. Αντιμετωπίζω δυσκολίες.
Estrellarse contra la realidad: Σημασία: Αντιμετωπίζω την αλήθεια ή την απόρριψη. Αντιμετωπίζω την πραγματικότητα.
Estrellarse con la puerta en las narices: Σημασία: Να συναντήσεις κάθετη αρνητική απάντηση. Αποχωρώ μετά από αποτυχημένα προσπάθειας.
Estrellarse contra un muro de hierro: Σημασία: Αντιμετωπίζω κάτι αδύνατο ή αδιαπέραστο. Αντιμετωπίζω αδύνατες δοκιμασίες.
Estrellarse contra la mediocridad: Σημασία: Να αποτύχεις λόγω έλλειψης αρκετής προσπάθειας. Είμαι μετριότητα στη δουλειά μου.
Το ρήμα "estrellarse" προέρχεται από την ισπανική λέξη "estrella", που σημαίνει "αστέρι".
Συνώνυμα: - Colisionar - Chocar - Impactar
Αντώνυμα: - Evitar - Sortear - Esquivar