Το "estribar" είναι ρήμα.
Фωνητική μεταγραφή στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA): [es.tɾi.ˈβaɾ]
Η λέξη "estribar" χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη δράση του να στηρίζεις ή να υποστηρίζεις κάτι, καθώς και να εξαρτάσαι από κάτι ή κάποιον. Στη γλώσσα των ισπανικών, η λέξη συναντάται συχνά τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιείται πιο συχνά σε τεχνικές ή νομικές εκφράσεις.
Να στηρίζεσαι στην εμπιστοσύνη είναι θεμελιώδες για μια καλή σχέση.
La estructura debe estribar sobre una base sólida.
Η δομή πρέπει να στηρίζεται σε μια στέρεα βάση.
Es importante estribar nuestras decisiones en hechos concretos.
Το "estribar" μπορεί να χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά:
Βασίζομαι στην αλήθεια.
Su éxito estriba en su dedicación.
Η επιτυχία του βασίζεται στην αφοσίωσή του.
Estribar sobre el apoyo mutuo es clave en una familia.
Η στήριξη στην αλληλοϋποστήριξη είναι το κλειδί σε μια οικογένεια.
Es necesario estribar nuestras acciones en principios éticos.
Είναι απαραίτητο να στηρίζουμε τις πράξεις μας σε ηθικές αρχές.
Debemos estribar nuestras expectativas en la realidad.
Πρέπει να βασίσουμε τις προσδοκίες μας στην πραγματικότητα.
El triunfo del proyecto estriba en la colaboración del equipo.
Η λέξη "estribar" προέρχεται από το αρχαίο ισπανικό "estribar", το οποίο σημαίνει "να στηρίζεται". Η ρίζα της λέξης σχετίζεται με την έννοια της στήριξης και της υποστήριξης.
Συνώνυμα: - Apoyar - Sustentar - Fundar
Αντώνυμα: - Desamparar - Abandonar - Descartar