estribo - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

estribo (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

estribo: ουσιαστικό (m), δηλαδή είναι ένα αρσενικό ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: [esˈtɾi.βo]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη estribo χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα στήριγμα ή ποδόματρο σε διάφορους τομείς, όπως στην ιππασία, όπου το estribo είναι το στήριγμα για το πόδι του αναβάτη. Στην αρχιτεκτονική, μπορεί να αναφέρεται σε υποστηρικτική δομή. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται το ίδιο συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. El estribo de la silla de montar es muy importante para la estabilidad del jinete.
  2. Το στήριγμα της σαμάνας είναι πολύ σημαντικό για τη σταθερότητα του ιππέα.

  3. El carpintero instaló un estribo en la estructura del techo.

  4. Ο ξυλουργός εγκατέστησε ένα στήριγμα στη δομή της οροφής.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη estribo χρησιμοποιείται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Dar estribo a alguien.
  2. Να δώσεις στήριγμα σε κάποιον. (Να βοηθήσεις κάποιον.)

  3. Estar a estribo de.

  4. Να είσαι στη στήριξη για κάτι. (Να είσαι σε θέση να υποστηρίξεις κάτι.)

  5. Subir al estribo.

  6. Να ανέβεις στο στήριγμα. (Να ξεκινήσεις κάτι είτε μεταφορικά είτε κυριολεκτικά.)

Παραδείγματικές προτάσεις με ιδιωματικές εκφράσεις

  1. Siempre estoy ahí para dar estribo a mis amigos cuando lo necesitan.
  2. Πάντα είμαι εκεί για να δώσω στήριγμα στους φίλους μου όταν το χρειάζονται.

  3. Ella está a estribo de organizar el evento, solo necesita más tiempo.

  4. Αυτή είναι στη στήριξη της οργάνωσης της εκδήλωσης, χρειάζεται μόνο περισσότερο χρόνο.

  5. Cuando él comienza a dudar, siempre le digo que suba al estribo y siga adelante.

  6. Όταν αρχίζει να αμφιβάλλει, πάντα του λέω να ανέβει στο στήριγμα και να προχωρήσει.

Ετυμολογία

Η λέξη estribo προέρχεται από το αρχαίο Ισπανικό estirbo, που σχετίζεται με την έννοια της στήριξης ή στήριγμα για τα πόδια.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: στήριγμα, ποδοστήριγμα, υποστήριξη.
Αντώνυμα: αδυναμία, έλλειψη στήριξης.



22-07-2024