estricto - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

estricto (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "estricto" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "estricto" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /esˈtɾik.to/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "estricto" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι ή κάποιον που είναι αυστηρός, απαιτητικός ή που ακολουθεί αυστηρούς κανόνες. Στη γλώσσα των Ισπανών, η χρήση της "estricto" είναι συχνή και εμφανίζεται σε διάφορα πλαίσια, όπως σε νομικά, εκπαιδευτικά ή ιατρικά συμφραζόμενα. Χρησιμοποιείται κατά κύριο λόγο στο γραπτό κείμενο, αλλά και στον προφορικό λόγο συνήθως όταν γίνεται αναφορά σε κανόνες ή κανονισμούς.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El profesor es muy estricto con las entregas de trabajos.
  2. Ο καθηγητής είναι πολύ αυστηρός με την παράδοση των εργασιών.

  3. Las normas de seguridad son estrictas en el hospital.

  4. Οι κανόνες ασφαλείας είναι αυστηροί στο νοσοκομείο.

  5. Tienen un control estricto sobre el uso de medicamentos.

  6. Έχουν αυστηρό έλεγχο στη χρήση φαρμάκων.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "estricto" εμφανίζεται επίσης σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ακολουθούν μερικές από αυτές:

  1. Ser estricto con uno mismo.
  2. Να είσαι αυστηρός με τον εαυτό σου.
  3. Esta frase se utiliza para referirse a la disciplina personal. (Αυτή η φράση χρησιμοποιείται για να αναφερθεί στην προσωπική πειθαρχία.)

  4. Reglas estrictas.

  5. Αυστηροί κανόνες.
  6. En el contexto educativo, se habla de reglas estrictas para mantener el orden. (Στο εκπαιδευτικό πλαίσιο, μιλάμε για αυστηρούς κανόνες για να διατηρηθεί η τάξη.)

  7. Mantener un control estricto.

  8. Διατηρήστε ένα αυστηρό έλεγχο.
  9. Esto es común en instituciones donde la seguridad es primordial. (Αυτό είναι κοινό σε ιδρύματα όπου η ασφάλεια είναι πρωταρχικής σημασίας.)

  10. Disciplinar de manera estricta.

  11. Να επιβάλλεις πειθαρχία με αυστηρό τρόπο.
  12. Los padres que disciplinan de manera estricta a menudo lo hacen para enseñar valores. (Οι γονείς που επιβάλλουν πειθαρχία με αυστηρό τρόπο συχνά το κάνουν για να διδάξουν αξίες.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "estricto" προέρχεται από το λατινικό "strictus", που σημαίνει "σφιχτός" ή "προσεκτικός".

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024