estropear - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

estropear (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Estropear είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/es.tɾo.peˈaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη estropear σημαίνει να προκαλώ ζημιά, να χαλάω ή να καταστρέφω κάτι. Χρησιμοποιείται στη γλώσσα των Ισπανών σε διάφορες περιστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των καθημερινών συνομιλιών και στο γραπτό κείμενο. Η συχνότητα χρήσης είναι αρκετά υψηλή, αν και συναντάται κυρίως στον προφορικό λόγο σε καθημερινές καταστάσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El mal tiempo puede estropear los planes de la fiesta.
  2. Ο κακός καιρός μπορεί να χαλάσει τα σχέδια του πάρτι.

  3. No dejes que los problemas te estropeen el día.

  4. Μην αφήσεις τα προβλήματα να χαλάσουν την ημέρα σου.

  5. El niño estropeó el juguete al jugar con él.

  6. Το παιδί κατέστρεψε το παιχνίδι παίζοντας με αυτό.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη estropear χρησιμοποιείται και σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν:

  1. Estropear el ambiente
  2. Χαλάω την ατμόσφαιρα.
  3. No quiero estropear el ambiente con mi mal humor.
  4. Δεν θέλω να χαλάσω την ατμόσφαιρα με τη κακή μου διάθεση.

  5. Estropear la sorpresa

  6. Χαλάω την έκπληξη.
  7. No le cuentes nada a Juan, no quiero estropear la sorpresa de su cumpleaños.
  8. Μην πεις τίποτα στον Χουάν, δεν θέλω να χαλάσω την έκπληξη για τα γενέθλιά του.

  9. Estropear un momento

  10. Χαλάω μια στιγμή.
  11. No puedo creer que seas tú quien estropee este momento tan bonito.
  12. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι εσύ θα χαλάσεις αυτή τη τόσο όμορφη στιγμή.

Ετυμολογία

Το ρήμα estropear προέρχεται από το λατινικό extragere, που σημαίνει "να σέρνω έξω" ή "να αποβάλλω". Με την πάροδο του χρόνου, η σημασία του εξελίχθηκε στην έννοια της ζημιάς ή της φθοράς.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Dañar (να βλάπτω) - Arruinar (να καταστρέφω)

Αντώνυμα: - Conservar (να διατηρώ) - Reparar (να επισκευάζω)



22-07-2024