exigente - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

exigente (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "exigente" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "exigente" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι /ek.siˈxen.te/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "exigente" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι ή κάποιον που έχει υψηλές απαιτήσεις ή προσδοκίες. Συχνά χρησιμοποιείται για να περιγράψει άτομα που είναι απαιτητικά, είτε στην εργασία τους είτε στις σχέσεις τους. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El jefe es muy exigente con sus empleados.
  2. Ο διευθυντής είναι πολύ απαιτητικός με τους υπαλλήλους του.

  3. Es un estudiante exigente que siempre busca la perfección.

  4. Είναι ένας απαιτητικός φοιτητής που πάντα ψάχνει την τελειότητα.

  5. La crítica fue exigente, pero constructiva.

  6. Η κριτική ήταν απαιτητική, αλλά εποικοδομητική.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "exigente" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που να τη συνοδεύουν, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες εκφράσεις που ενισχύουν την έννοιά της:

  1. Ser exigente es clave para el éxito.
  2. Το να είσαι απαιτητικός είναι το κλειδί για την επιτυχία.

  3. Tener estándares exigentes puede ser beneficioso.

  4. Το να έχεις απαιτητικά πρότυπα μπορεί να είναι ευεργετικό.

  5. Las metas exigentes te motivan a superarte.

  6. Οι απαιτητικοί στόχοι σε παρακινούν να ξεπεράσεις τον εαυτό σου.

  7. Un profesor exigente puede hacer la diferencia en el aprendizaje.

  8. Ένας απαιτητικός καθηγητής μπορεί να κάνει τη διαφορά στη μάθηση.

Ετυμολογία

Η λέξη "exigente" προέρχεται από το ρήμα "exigir", που σημαίνει "απαιτώ". Η ρίζα της λέξης έχει τις ρίζες της στα Λατινικά, όπου το "exigere" σημαίνει "να απαιτώ".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



22-07-2024