existencias - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

existencias (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ο όρος "existencias" είναι ουσιαστικό πληθυντικού αριθμού.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "existencias" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: /eɣzisˈtensjas/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία της λέξης

Η λέξη "existencias" αναφέρεται κυρίως σε όρους αποθεμάτων ή των υλικών που υπάρχουν (π.χ. προϊόντων στη διάθεση μιας επιχείρησης). Χρησιμοποιείται συχνά στη γλώσσα των οικονομικών και του εμπορίου. Η χρήση της είναι πιο συχνή στον γραπτό λόγο, καθώς οι όροι αυτοί συνήθως εμφανίζονται σε οικονομικές αναφορές ή νομικά έγγραφα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Las existencias de este producto son limitadas.
  2. Οι αποθήκες αυτού του προϊόντος είναι περιορισμένες.

  3. Es importante llevar un control de existencias en la empresa.

  4. Είναι σημαντικό να διατηρείς έλεγχο των αποθεμάτων στην επιχείρηση.

  5. Las existencias se renovarán cada tres meses.

  6. Τα αποθέματα θα ανανεώνονται κάθε τρεις μήνες.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "existencias" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στη γλώσσα των οικονομικών και του εμπορίου. Μερικές από αυτές περιλαμβάνουν:

  1. Control de existencias
  2. Έλεγχος αποθεμάτων.
  3. "El control de existencias es fundamental para evitar pérdidas." - Ο έλεγχος των αποθεμάτων είναι καθοριστικός για να αποφευχθούν οι απώλειες.

  4. Existencias en almacén

  5. Αποθέματα στην αποθήκη.
  6. "Las existencias en almacén deben ser revisadas regularmente." - Τα αποθέματα στην αποθήκη πρέπει να ελέγχονται τακτικά.

  7. Existencias de mercancía

  8. Αποθέματα εμπορευμάτων.
  9. "Las existencias de mercancía se han reducido debido a la demanda." - Τα αποθέματα εμπορευμάτων έχουν μειωθεί λόγω της ζήτησης.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "existencias" προέρχεται από το ρήμα "existir", που σημαίνει "υπάρχω", με τη προσθήκη του επιθήματος "-encias", που δηλώνει κατάσταση ή ποιότητα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Abastecimientos (προμήθειες) - Suministros (παροχές)

Αντώνυμα: - Carencia (έλλειψη) - Escasez (σπανιότητα)



23-07-2024