Η λέξη "expectativa" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "expectativa" στο Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (IPA) είναι: /ekspek.taˈti.βa/
Η λέξη "expectativa" αναφέρεται σε μια κατάσταση ή σε μια προοπτική που αναμένεται ή προσδοκάται, συνήθως σχετικά με ένα γεγονός ή μια κατάσταση στο μέλλον. Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών, οικονομικών και νομικών πλαισίων. Η συχνότητα της χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
La expectativa de los trabajadores sobre el aumento salarial es alta.
(Η προσδωκία των εργαζομένων για την αύξηση μισθού είναι alta.)
En la reunión se discutieron las expectativas para el próximo año.
(Στη συνάντηση συζητήθηκαν οι προσδοκίες για τον επόμενο χρόνο.)
Η λέξη "expectativa" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Es importante no tener expectativas altas para evitar decepciones.
(Είναι σημαντικό να μην έχεις υψηλές προσδοκίες για να αποφύγεις απογοητεύσεις.)
Romper las expectativas
(Σπάω τις προσδοκίες)
El desempeño del equipo rompió las expectativas del entrenador.
(Η απόδοση της ομάδας έσπασε τις προσδοκίες του προπονητή.)
Crear expectativas
(Δημιουργώ προσδοκίες)
Η λέξη "expectativa" προέρχεται από το λατινικό "expectativus", το οποίο σήμαινε "αυτό που αναμένεται". Σχηματίστηκε από το ρήμα "expectare", που σημαίνει "να περιμένεις" ή "να προσδοκείς".
Συνώνυμα: - Esperanza - Proyección - Perspectiva
Αντώνυμα: - Desilusión - Desexpectativa - Desesperanza