exponencial - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

exponencial (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "exponencial" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA):
/eks.po.nenˈθjal/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "exponencial" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που σχετίζεται με την εκθετική αύξηση ή με μια εκθετική συνάρτηση. Ασχολείται κυρίως με το πώς μεταβάλλεται ένα ποσό σε σχέση με μια σταθερή βάση, συχνά σε μαθηματικά ή φυσικές επιστήμες. Είναι πιο συχνή σε γραπτά κείμενα, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La población crece de manera exponencial cada año.
    Ο πληθυσμός αυξάνεται εκθετικά κάθε χρόνο.

  2. La función exponencial es clave en el estudio de las finanzas.
    Η εκθετική συνάρτηση είναι κλειδί στη μελέτη των χρηματοοικονομικών.

  3. Un aumento exponencial en los datos puede indicar un problema.
    Μια εκθετική αύξηση στα δεδομένα μπορεί να υποδεικνύει ένα πρόβλημα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "exponencial" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες εκφράσεις που προσδιορίζουν την ταχύτητα ή το μέγεθος της αλλαγής. 1. El crecimiento exponencial de la tecnología es asombroso.
Η εκθετική ανάπτυξη της τεχνολογίας είναι εκπληκτική.

  1. El impacto exponencial del cambio climático es innegable.
    Ο εκθετικός αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής είναι αναμφισβήτητος.

  2. La complejidad de los problemas aumenta de forma exponencial.
    Η πολυπλοκότητα των προβλημάτων αυξάνεται με εκθετικό τρόπο.

  3. La demanda de productos ha crecido exponencialmente en los últimos años.
    Η ζήτηση προϊόντων έχει αυξηθεί εκθετικά τα τελευταία χρόνια.

  4. Los costos han aumentado de manera exponencial debido a la inflación.
    Τα κόστη έχουν αυξηθεί εκθετικά λόγω του πληθωρισμού.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "exponencial" προέρχεται από το λατινικό "exponere", που σημαίνει "να εκθέσω" ή "να αποκαλύψω". Η χρήση της σχετίζεται με το μαθηματικό όρο "exponente", που αναφέρεται σε αριθμούς που υποδεικνύουν τον αριθμό φορές επαναλαμβάνεται ένας ποσοστός.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Creciente (αναπτυσσόμενο)
- Proporcional (αναλογικό)

Αντώνυμα:
- Lineal (γραμμικό)
- Constante (σταθερό)



23-07-2024