Το "exponer" είναι ρήμα στην ισπανική γλώσσα.
Η φωνητική μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: [eks.poˈneɾ].
Το "exponer" σημαίνει να παρουσιάσει ή να αποκαλύψει κάτι, όπως μια ιδέα, πληροφορία ή έργο, σε ένα κοινό. Χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό και προφορικό λόγο, με υψηλή συχνότητα χρήσης σε εκπαιδευτικά και επαγγελματικά περιβάλλοντα. Στον γενικό λόγο, η λέξη αυτή είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε πολιτιστικά και κοινωνικά πλαίσια.
Θα εκθέσω τις ιδέες μου στη συνάντηση.
El profesor expone los temas de forma clara.
Ο καθηγητής εκθέτει τα θέματα με σαφήνεια.
Es importante exponer los resultados de la investigación.
Το "exponer" χρησιμοποιείται επίσης σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα.
Σημαίνει να φέρουμε κάτι στη δημοσιότητα.
Exponer las cartas sobre la mesa.
Σημαίνει να είμαστε ειλικρινείς και να αναφέρουμε ό,τι γνωρίζουμε.
Exponer en detalle.
Σημαίνει να παρέχουμε πολλή πληροφορία για ένα συγκεκριμένο θέμα.
Exponer un caso ante la justicia.
Σημαίνει να παρουσιάσουμε μια νομική υπόθεση σε δικαστήριο.
Exponer las ventajas y desventajas.
Η λέξη "exponer" προέρχεται από τον λατινικό τύπο "exponere", που σημαίνει "να θέσω έξω", "να βάλω σε θέα", όπου το "ex-" σημαίνει "έξω" και το "ponere" σημαίνει "να τοποθετώ".
Αυτές οι πληροφορίες για τη λέξη "exponer" παρέχουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση της σημασίας, της χρήσης και του πλαισίου της στα Ισπανικά.