Μέρος του λόγου: Ρήμα
Φωνητική απόδοση στα Ισπανικά (Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο): /eksˈten.deɾ/
Το ρήμα "extender" στα Ισπανικά έχει τις ακόλουθες σημασίες: 1. Επεκτείνω κάτι σε μήκος, εκτείνω κάτι. 2. Αύξηση ή επεκτάσιμος χρόνος. 3. Αναφορά σε πράγματα που χρειάζονται να εκτείνονται ή να απλώνονται.
Το "extender" χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο στα Ισπανικά.
Αυτό το ρήμα χρησιμοποιείται συχνά στα ισπανικά και είναι ένα από τα βασικά ρήματα που χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν την έννοια της επέκτασης ή της ανάπτυξης.
Τα χρονικά ρήματα του "extender" σε όλους τους διαφορετικούς χρόνους της ισπανικής γλώσσας είναι: - Ενεστώτας: extiendo - Παρατατικός: extendía - Αόριστος: extendí - Μέλλοντας: extenderé
Το "extender" είναι μέρος διαφόρων ιδιωματικών εκφράσεων στα ισπανικά. Ακολουθούν μερικά παραδείγματα:
Η λέξη "extender" προέρχεται από το λατινικό ρήμα "extendĕre".
Συνώνυμα: - Ampliar: Διευρύνω - Prologar: Παρατείνω - Desplegar: Ανοίγω, επεκτείνω - Dilatar: Διογκώνω - Alargar: Προεκτείνω
Αντώνυμα: - Acortar: Συντομώνω - Reducir: Μειώνω - Acabar: Τελειώνω