Η λέξη "extravagante" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης στα διεθνή φωνητικά αλφάβητα είναι /ɛkstɾaβaˈɣante/.
Η λέξη "extravagante" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - εκκεντρικός - υπερβολικός - extravagant (κατά μια πιο κομψή χρήση)
Η λέξη "extravagante" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι ή κάποιον που είναι υπερβολικός, εκκεντρικός ή παράξενος, συνήθως με μια υποδήλωση θαυμασμού ή απόρριψης. Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο, αν και μπορεί να εμφανίζεται και σε γραπτά κείμενα. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια, με μια τάση να χρησιμοποιείται περισσότερο σε καλλιτεχνικούς και κοινωνικούς κύκλους.
Το φόρεμα που φορούσε ήταν πραγματικά εκκεντρικό.
Siempre tiene ideas extravagantes, pero a veces son geniales.
Έχει πάντα εκκεντρικές ιδέες, αλλά κάποιες φορές είναι μεγαλειώδεις.
Su comportamiento extravagante llamó la atención de todos.
Η λέξη "extravagante" εμφανίζεται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Να ζεις με εκκεντρικό τρόπο.
Tener un estilo extravagante.
Να έχεις εκκεντρικό στυλ.
Las fiestas extravagantes son su especialidad.
Οι εκκεντρικές γιορτές είναι η ειδικότητά του.
Su hogar es un lugar extravagante lleno de sorpresas.
Το σπίτι του είναι ένα εκκεντρικό μέρος γεμάτο εκπλήξεις.
Le gusta ser extravagante en sus elecciones de moda.
Του αρέσει να είναι εκκεντρικός στις επιλογές του στη μόδα.
Las ideas extravagantes a veces generan controversia.
Η λέξη "extravagante" προέρχεται από το λατινικό "extravagans", το οποίο σημαίνει "να περιπλανιέται" ή "να ξεφεύγει". Η σύνθεση "extra-" σημαίνει "έξω από" και "vagans" προέρχεται από το "vagari" που σημαίνει "περιπλανιέμαι".
Συνώνυμα: - excéntrico (εκκεντρικός) - raro (παράξενος) - inusual (μη συνηθισμένος)
Αντώνυμα: - convencional (συμβατικός) - ordinario (κανονικός) - normal (κανονικός)
Αυτή είναι η ολοκληρωμένη ανάλυση της λέξης "extravagante" στη γλώσσα Ισπανικά.