extrema - επίθετο
/eksˈtɾema/
Η λέξη "extrema" χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε κάτι που βρίσκεται στα όρια ή τα άκρα. Μπορεί να περιγράψει καταστάσεις, συναισθήματα ή χαρακτηριστικά που είναι πολύ έντονα ή εκτός του κανονικού εύρους. Στην ισπανική γλώσσα, η "extrema" χρησιμοποιείται συχνά τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, αν και η συχνότητα χρήσης μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με το πλαίσιο.
Η κατάσταση έγινε ακραία και έπρεπε να δράσουμε γρήγορα.
Su opinión era extrema, lo que generó un intenso debate.
Παράδειγμα: Μερικές φορές, το να φτάνεις σε ακραίες καταστάσεις δεν είναι η λύση.
"Extremar la precaución"
Παράδειγμα: Είναι σημαντικό να είσαι εξαιρετικά προσεκτικός όταν οδηγείς σε δύσκολες συνθήκες.
"En un extremo de"
Η λέξη "extrema" προέρχεται από το λατινικό "extremus", που σημαίνει "η άκρη" ή "το άκρο". Αυτή η ρίζα υποδηλώνει τη θέση ή την κατάσταση που βρίσκεται στα όρια.
Συνώνυμα: - extrema (όπως η ίδια λέξη) - radical - inusual
Αντώνυμα: - moderada - común - normal