Η λέξη "extremidad" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "extremidad" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου είναι: /eks.tɾe.miˈðað/
Η λέξη "extremidad" χρησιμοποιείται στα ισπανικά για να περιγράψει ένα άκρο του σώματος, όπως το χέρι ή το πόδι. Είναι μια γενική αναφορά σε οποιοδήποτε μέλος ή άκρο ενός οργανισμού. Χρησιμοποιείται και στον ιατρικό τομέα για να αναφερθεί σε καταστάσεις που αφορούν τα άκρα.
Η συχνότητα χρήσης είναι σταθερή και μπορεί να παρατηρηθεί τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με ελαφρά προτίμηση στους γραπτούς ιατρικούς κειμενικούς τομείς.
La extremidad del brazo estaba adolorida después del ejercicio.
(Το άκρο του χεριού ήταν πονεμένο μετά την άσκηση.)
El doctor revisó la extremidad para asegurarse de que no había fractura.
(Ο γιατρός εξέτασε το άκρο για να βεβαιωθεί ότι δεν υπήρχε κάταγμα.)
Es importante mantener la extremidad en movimiento para mejorar la circulación.
(Είναι σημαντικό να κρατάμε το άκρο σε κίνηση για να βελτιώσουμε την κυκλοφορία.)
Η λέξη "extremidad" χρησιμοποιείται επίσης σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν παραδείγματα:
Tener la extremidad fría
(Να έχεις το άκρο κρύο) - χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση ενός μέλους που είναι κρύο, συχνά λόγω κακής κυκλοφορίας.
Extremidad superior
(Άνω άκρο) - ιατρική ορολογία που αναφέρεται στα χέρια και τους ώμους.
Extremidad inferior
(Κάτω άκρο) - ιατρική ορολογία που αναφέρεται στα πόδια.
Ver con extremidad
(Να βλέπεις με προσοχή) - χρησιμοποιείται για να περιγράψει το να παρατηρεί κανείς με προσοχή ή προσεκτικότητα.
Η λέξη "extremidad" προέρχεται από τη λατινική λέξη "extremitas", η οποία αναφέρεται σε άκρα ή άκρες.
extremidad distal (περιφερικό άκρο)
Αντώνυμα: