Fabricar είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή: [faβɾiˈkaɾ]
Η λέξη fabricar χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά και σημαίνει «να κατασκευάζω» ή «να παράγω» κάτι. Συχνά αναφέρεται στη διαδικασία παραγωγής προϊόντων ή αγαθών, είτε σε βιομηχανικό είτε σε χειροποίητο πλαίσιο. Χρησιμοποιείται συχνά σε οικονομικά και βιομηχανικά συμφραζόμενα και εμφανίζεται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να συναντάται πιο συχνά στον γραπτό λόγω της χρήσης του σε τεχνικά κείμενα.
(Η επιχείρηση επιθυμεί να κατασκευάσει νέα προϊόντα.)
Es importante fabricar con materiales de buena calidad.
(Είναι σημαντικό να παράγουμε με υλικά καλής ποιότητας.)
Vamos a fabricar juguetes para niños.
Η λέξη fabricar χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Παρακάτω παρατίθενται ορισμένες από αυτές:
σημαίνει να δημιουργώ ψευδαισθήσεις ή να παρασύρω κάποιον σε κάτι μη ρεαλιστικό.
Fabricar una excusa
σημαίνει να επινοώ μια δικαιολογία για να δικαιολογήσω κάτι.
Fabricar un problema
σημαίνει να προκαλώ ή να επινοώ ένα πρόβλημα που δεν υπήρχε προηγουμένως.
Fabricar un plan
(Δεν θέλω να δημιουργήσω ψευδαισθήσεις με αυτό το έργο.)
Solo está fabricando una excusa para no venir.
(Απλά επινοεί μια δικαιολογία για να μην έρθει.)
No hay que fabricar un problema donde no lo hay.
Η λέξη fabricar προέρχεται από το λατινικό fabricare, που σημαίνει «κατασκευάζω» ή «παράγω». Στην ετυμολογία της, περιλαμβάνει τη ρίζα fabrica, που αναφέρεται σε εργαστήριο ή τόπο κατασκευής.
Συνώνυμα: - Producir (παράγω) - Construir (κτίζω) - Elaborar (επεξεργάζομαι)
Αντώνυμα: - Destruir (καταστρέφω) - Deteriorar (καταστρέφω, φθείρω)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης fabricar στη γλώσσα Ισπανικά και τη χρήση της στις διάφορες εκφράσεις και συμφραζόμενα.