Facciones είναι ουσιαστικό, πληθυντικός αριθμός της λέξης "facción" που αναφέρεται σε "μέρος" ή "τομέα".
/fakˈθjones/ (στην ισπανική προφορά, η "c" προφέρεται ως "θ" σε αρκετές περιοχές της Ισπανίας και ως "k" σε χώρες της Λατινικής Αμερικής).
Η λέξη "facciones" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα συμφραζόμενα, όπως: - Νομικές αναφορές σε διαφορετικές ομάδες ή παρατάξεις εντός μιας οργανωμένης δομής. - Πολιτικές αναφορές σε φατρίες ή ομάδες που διεκδικούν δομές εξουσίας. - Κοινωνικές προσεγγίσεις σε διαφορετικά μέρη ή τομείς που απαρτίζουν ένα μεγαλύτερο σύνολο.
Η λέξη "facciones" χρησιμοποιείται συχνά τόσο σε γραπτά όσο και σε προφορικά συμφραζόμενα, ιδιαίτερα σε νομικά και πολιτικά κείμενα και συζητήσεις.
Οι πολιτικές φατρίες στη χώρα είναι πολύ διασπασμένες.
Las facciones dentro de la empresa buscan influir en la dirección del negocio.
Οι τομείς μέσα στην επιχείρηση προσπαθούν να επηρεάσουν την κατεύθυνση της επιχείρησης.
Las facciones de la Asamblea Legislativa están en conflicto.
Η λέξη "facciones" μπορεί να εμφανίζεται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Μετάφραση: Αυτή είναι σε φατρίες, υποστηρίζοντας διάφορους υποψηφίους.
"Dividirse en facciones"
Μετάφραση: Η ομάδα διασπάστηκε σε φατρίες μετά την διαφωνία.
"Facciones rivales"
Η λέξη "facción" προέρχεται από το λατινικό "fractio", που σημαίνει "σπάσιμο" ή "διάσπαση", και σχετίζεται με την έννοια του να διαιρείς κάτι σε μέρη.
Συνώνυμα:
- Grupos (ομάδες)
- Sectores (τομείς)
- Partidos (κόμματα)
Αντώνυμα:
- Unidad (ενότητα)
- Totalidad (ολότητα)
- Cohesión (συνοχή)